Πάρτε μια γεύση από τα νέα μας!
Poseidonion Blog
Αυτά τα λαμπερά ανοιξιάτικα πρωινά είναι πάντα τα αγαπημένα μου για τον καθημερινό μου περίπατο. Για να απολαμβάνω την παρθένα γοητεία των Σπετσών, για να ανταλλάσσω την “καλημέρα” μου με φίλους και γνωστούς, για να χάνομαι στη μαγεία της θάλασσας…
Καθώς περπατώ κάτω από τα αρχοντικά των καραβοκύρηδων προς το Παλιό Λιμάνι, περνώ από τον μόλο του Καπελογιάννη και κατηφορίζοντας αφήνω στα αριστερά μου τις ταβέρνες του Νεκτάριου και του Μηνά για να φτάσω στους ταρσανάδες που ξεπροβάλλουν σαν ανοιχτό μουσείο της παμπάλαιας ξυλοναυπηγικής τέχνης που χάρισε στο νησί μερικές από τις πιο ένδοξες στιγμές της ιστορίας του. Θέλοντας και μη τα βήματά μου με οδηγούν προς το καρνάγιο του Παντελή, θαρρείς και ο ήχος από το σκεπάρνι που σμιλεύει το ξύλο να με τραβά σαν υπνωτισμένο. Με φόντο τις πολύχρωμες ψαρόβαρκες να λικνίζονται στη θάλασσα, ο Παντελής, ένας από τους πιο άξιους μάστορες του νησιού με καλωσορίζει και μου ψήνει ελληνικό καφέ για να τα πούμε.
Να πούμε για τις καινούργιες του παραγγελίες, να αναπολήσουμε ιστορίες από τα παλιά, να περιπλανηθούμε ανάμεσα σε πλώρες και πρύμνες με τα ροκανίδια να τρίζουν κάτω απ' τα παπούτσια μας. Και κάπου εκεί τριγύρω να βολτάρουν και οι φασαριόζικες χήνες παρέα με τις τεμπέλικες γάτες που απολαμβάνουν τον ανοιξιάτικο ήλιο. “Κρυμμένοι” όλοι ανάμεσα σε γερασμένα, αλλά και καλογυαλισμένα ολοκαίνουργια σκαριά, με αυτή την εθιστική μυρωδιά από το ξύλο, τις μπογιές και την κόλλα να πλανάται στον αέρα…
Σαν μικρό παιδί ο Παντελής δεν κουράζεται ποτέ να διηγείται την ιστορία της τέχνης του την οποία “κληρονόμησε” από τον πατέρα του τον μαστρο-Ντίνο, σαν μικρό παιδί κι εγώ τον ακούω πάντα με λαχτάρα. Και πώς να κάνω αλλιώς, αφού κάθε φορά η κουβέντα μας με ταξιδεύει σε εποχές περασμένες και όμορφες. Τότε που πρώτοι οι Σπετσιώτες κατασκεύασαν τα "λατινάδικα" και τα "σαχτούρια" και τα μεγάλα και γρήγορα σκαριά που μετέφεραν φορτία στις ελληνικές θάλασσες. Ευλογημένη η φύση του νησιού και η πολύτιμη ξυλεία του πευκοδάσους που χάρη σ΄ αυτή οι πρωτομάστορες δημιούργησαν έναν από τους μεγαλύτερους εμπορικούς στόλους τον 18ο και τον 19ο αιώνα.
Περπατώντας πλάι στους πορτοκαλί σκελετούς, ο Παντελής μου περιγράφει με περηφάνια το πρώτο καΐκι που έφτιαξε ο μαστρο-Ντίνος, παραγγελία από τους ανθρώπους του Νιάρχου στη Σπετσοπούλα, ένα καραβόσκαρο 12,5 μέτρων αλλά και τα περισσότερα από 200 που “σμίλεψε” με τα χέρια του από το 1979 όταν άνοιξε το δικό του ναυπηγείο. Τότε που οι καραβομαραγκοί ανταγωνίζονταν και συναγωνίζονταν για το ποιος θα φτιάξει το πιο εντυπωσιακό πλοίο που θα “τρέξει” στη Ρεγκάτα και όλοι μαζί “σκάρωναν” το ομοίωμα της τουρκικής Αρμάτας.
Πόση μαστοριά, επιμονή και υπομονή χρειάζεται αυτή η τέχνη, συλλογίζομαι από μέσα μου. Πόση περηφάνια πρέπει να νιώθουμε όλοι μας αναλογιζόμενοι ότι σε αυτόν εδώ τον τόπο έπεσε στο νερό το “μπρίκι” Αγαμέμνων της Μπουμπουλίνας και ναυπηγήθηκε ο μισός σχεδόν στόλος των πλοίων της Επανάστασης. Πόσο πρέπει να πεισμώσουμε για να κρατήσουμε ζωντανούς τους ταρσανάδες μας. Τι κι αν οι καραβομαραγκοί μετριούνται πλέον στα δάχτυλα, οι Σπέτσες έχουν ταυτίσει το όνομά τους τους με τη ναυπηγική παράδοση, με την πλάνη, το σβουράκι και τη σέγα, με τους ανθρώπους που από τα χέρια τους πέρασε η ιστορία του τόπου…